Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ!
Φιλιππησίους 3: 10 για να γνωρίσω αυτόν, και τη δύναμη της
ανάστασής του, και την κοινωνία των παθημάτων του, συμμορφούμενος με τον θάνατό
του· αν
κατά κάποιον τρόπο φτάσω στην εξανάσταση των νεκρών.
Η πλήρης άγνοια του θέματος.
Ακόμη και μεταξύ των Δώδεκα.
Ακόμη και μεταξύ πιστών, σήμερα.
Η ανάσταση των νεκρών (!) ήταν και είναι, δυστυχώς, το πιο
δύσκολο θέμα που καλείται ένας πιστός να κατανοήσει και να πιστεύσει.
Είναι ένα θέμα που ο άνθρωπος δεν το κατανοεί (!) διότι δεν μελετά
επαρκώς τις Γραφές.
Και όμως ο Ιώβ,
άνθρωπος του Θεού, είχε την αποκάλυψη (!) και την πίστη και την γνώση
στο θέμα. Και πάνω στον πόνο του και την θλίψη του ο Ιώβ μιλά με βεβαιότητα.
Διαβάζουμε:
«Επειδή, ξέρω ότι ο Λυτρωτής μου ζει, και θα εγερθεί στους έσχατους
καιρούς επάνω στη γη· και αφού, ύστερα από το δέρμα μου, αυτό το σώμα θα
φθαρεί, πάλι με τη σάρκα μου θα δω τον Θεό· τον οποίο εγώ ο ίδιος θα δω, και θα
θωρήσουν τα μάτια μου, και όχι άλλος· τα νεφρά μου λιώνουν μέσα στον κόρφο μου».
Ο Κύριος Ιησούς δίδαξε για την ανάσταση των νεκρών.
Είχε να
αντιμετωπίσει ιδιαίτερα τους Σαδδουκαίους μια τάξη θρησκευόμενων – φιλοσόφων,
που δεν πίστευαν ούτε σε ανάσταση νεκρών, ούτε σε αγγέλους, ούτε σε ζωή μετά
θάνατο.
Και ο Κύριος Ιησούς, τους αντιμετώπισε λέγοντας:
«Πλανιέστε, επειδή δεν γνωρίζετε τις γραφές ούτε τη δύναμη του Θεού».
«Δεδομένου ότι, κατά την ανάσταση ούτε νυμφεύονται ούτε νυμφεύουν, αλλά
είναι σαν άγγελοι του Θεού στον ουρανό».
«Για την ανάσταση, όμως, των νεκρών, δεν
διαβάσατε αυτό που ειπώθηκε σε σας από τον Θεό, λέγοντας: «Εγώ είμαι ο Θεός τού
Αβραάμ, και ο Θεός τού Ισαάκ, και ο Θεός τού Ιακώβ»; Ο Θεός δεν είναι Θεός
νεκρών, αλλά ζωντανών».
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Ο Παύλος, δούλος και εργάτης του Θεού, απόστολος του Ιησού
Χριστού έφτασε στην Αθήνα την πόλη των πολλών ειδώλων - σεβασμάτων, των φιλοσοφικών
σχολών και της φιλοσοφίας, της τέχνης και των γραμμάτων.
Όταν άρχισε μόνος του, χωρίς τους δύο συντρόφους του τον
Τιμόθεο και τον Σίλα, να διαλέγεται με τυχαίους ανθρώπους στην αγορά των Αθηναίων, ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσει τους φιλοσόφους.
Διαβάζουμε:
«Μερικοί δε από τους Επικούρειους και τους Στωικούς φιλοσόφους
λογομαχούσαν μαζί του· και οι μεν έλεγαν: Τι θέλει τάχα να πει αυτός ο
σπερμολόγος; Οι δε άλλοι: Φαίνεται ότι είναι κήρυκας ξένων θεών· επειδή, τους
κήρυττε τον Ιησού και την ανάσταση».
Και ο Παύλος καθώς άρχισε να απολογείται ενώπιον του Αρείου Πάγου,
με παρρησία, κατόπιν μπήκε στο θέμα, στο μήνυμα από τον Θεό:
«Παραβλέποντας, λοιπόν, ο Θεός τούς καιρούς τής άγνοιας, παραγγέλλει
τώρα σε όλους τούς ανθρώπους, οπουδήποτε και αν είναι, να μετανοούν·
«επειδή, προσδιόρισε ημέρα, κατά την οποία πρόκειται να κρίνει την
οικουμένη με δικαιοσύνη, διαμέσου ενός άνδρα, που τον διόρισε, και έδωσε γι'
αυτό βεβαίωση σε όλους, ανασταίνοντάς
τον από τους νεκρούς».
«Μόλις, όμως, άκουσαν για
ανάσταση νεκρών, άλλοι μεν χλεύαζαν, άλλοι δε είπαν: Για το θέμα αυτό, θα
σε ακούσουμε ξανά».
Θα λέγαμε ότι απέτυχε το κήρυγμα του Παύλου στην Αθήνα. Όμως,
συνέβη κάτι σε ορισμένους ανθρώπους που άκουγαν με προσοχή και πίστη σε κάθε
λόγο Θεού, από το στόμα του Παύλου.
Διαβάζουμε:
«Όμως, μερικοί άνδρες προσκολλήθηκαν σ' αυτόν, και πίστεψαν· ανάμεσα στους οποίους και ο Αρεοπαγίτης Διονύσιος, και
μία γυναίκα, με το όνομα Δάμαρη, και άλλοι μαζί μ' αυτούς».
Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ
Μια μεγάλη πλάνη υπήρχε στην εκκλησία των Κορινθίων μεταξύ
τινών χριστιανών. Ο Παύλος το αντιμετωπίζει στο τέλος της πρώτης επιστολής του.
Διαβάζουμε, με έκπληξη:
«Αν, όμως, κηρύττεται ότι ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς, πώς μερικοί
ανάμεσά σας λένε, ότι δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών;»
«Και αν δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών, ούτε και ο Χριστός αναστήθηκε· και
αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε είναι μάταιο το κήρυγμά μας, αλλά και η πίστη
σας είναι μάταιη· είμαστε δε και ψευδομάρτυρες του Θεού, επειδή δώσαμε μαρτυρία
για τον Θεό, ότι ανέστησε τον Χριστό· τον οποίο δεν ανέστησε, αν, καθ' υπόθεση,
οι νεκροί δεν ανασταίνονται».
Λίγο πιο κάτω, γράφει:
«Επειδή, τι θα κάνουν αυτοί που βαπτίζονται υπέρ των νεκρών; Αν
πραγματικά οι νεκροί δεν ανασταίνονται, γιατί και βαπτίζονται υπέρ των νεκρών;»
Ήταν ένα παρόμοιο επιχείρημα, με αυτό του Κυρίου Ιησού. Αν
νομίζετε, λέγει ο Παύλος, ότι δεν ανασταίνονται οι νεκροί, τότε τι κάνουν άραγε
όσοι βαπτίζονται στο νερό;
Μήπως βαπτίζονται για να μπουν σε ένα κόσμο νεκρών ψυχών,
που δεν υπάρχουν;
Και ο Παύλος συνεχίζει, δια Πνεύματος Αγίου, την διδασκαλία:
«Αλλά, θα πει κάποιος: Πώς ανασταίνονται οι νεκροί; Και με ποιο σώμα
έρχονται; Άφρονα, εκείνο που εσύ σπέρνεις, δεν
ζωογονείται, αν δεν πεθάνει».
«Και εκείνο που σπέρνεις, δεν σπέρνεις το σώμα που πρόκειται να γίνει,
αλλά έναν γυμνό κόκκο, σιταριού ίσως ή κάποιον από τους υπόλοιπους».
«Ο Θεός, όμως, του δίνει σώμα όπως θέλησε, και σε κάθε ένα από τα
σπέρματα το ιδιαίτερό του σώμα».
«Έτσι και η ανάσταση των νεκρών·
σπέρνεται με φθορά, ανασταίνεται με αφθαρσία· σπέρνεται χωρίς τιμή,
ανασταίνεται με δόξα· σπέρνεται με ασθένεια, ανασταίνεται με δύναμη· σπέρνεται ως
σώμα ζωικό, ανασταίνεται ως σώμα πνευματικό. Υπάρχει σώμα ζωικό, υπάρχει και
σώμα πνευματικό».
Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Ο απόστολος Πέτρος, δια Πνεύματος Αγίου αρχίζει την πρώτη επιστολή
του, με το θέμα μας.
Διαβάζουμε:
«Άξιος ευλογίας
είναι ο Θεός και Πατέρας τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος, σύμφωνα με το
πολύ του έλεος μας αναγέννησε σε μια ζωντανή ελπίδα, διαμέσου της ανάστασης του Ιησού Χριστού από τους νεκρούς, σε μια
κληρονομία άφθαρτη και αμόλυντη και αμάραντη, που είναι φυλαγμένη για μας στους
ουρανούς·»
Και συνεχίζει, μιλώντας για τα λύτρα της εξαγοράς του αμαρτωλού (!) από τον
θάνατο και την αιώνια απώλεια.
«ξέροντας ότι
δεν λυτρωθήκατε από τη μάταιη πατροπαράδοτη διαγωγή σας με φθαρτά, ασήμι ή
χρυσάφι, αλλά με το πολύτιμο αίμα τού
Χριστού, ως αμνού χωρίς ψεγάδι
και χωρίς κηλίδα·
«ο οποίος ήταν
μεν προορισμένος πριν από τη δημιουργία τού κόσμου, φανερώθηκε όμως στους
έσχατους καιρούς για σας, που πιστεύετε διαμέσου αυτού στον Θεό,
«ο οποίος τον ανέστησε από τους νεκρούς, και του
έδωσε δόξα, ώστε η πίστη σας και η ελπίδα να είναι στον Θεό».
Η ανάσταση των νεκρών είναι να συμβεί μπροστά μας, μαζί με
την αρπαγή των αγίων, που προσμένουν άγρυπνοι, τον Κύριο Ιησού.
Ο απόστολος Παύλος το διατυπώνει στην επιστολή προς τους Θεσσαλονικείς.
Διαβάζουμε:
«Επειδή, αν πιστεύουμε
ότι ο Ιησούς πέθανε και αναστήθηκε, έτσι
και ο Θεός, αυτούς που κοιμήθηκαν με πίστη στον Ιησού, θα τους φέρει μαζί του.
«Επειδή, σας λέμε
τούτο διαμέσου του λόγου τού Κυρίου, ότι εμείς που ζούμε, όσοι απομένουμε στην παρουσία
τού Κυρίου, δεν θα προλάβουμε αυτούς που κοιμήθηκαν· δεδομένου ότι, ο ίδιος ο Κύριος
θα κατέβει από τον ουρανό με πρόσταγμα, με φωνή αρχαγγέλου, και με σάλπιγγα Θεού,
«κι αυτοί που πέθαναν
εν Χριστώ θα αναστηθούν πρώτα·»
«έπειτα, εμείς που
ζούμε, όσοι απομένουμε, θα αρπαχτούμε μαζί
τους, ταυτόχρονα, με σύννεφα σε συνάντηση του Κυρίου στον αέρα· και έτσι, θα
είμαστε πάντοτε μαζί με τον Κύριο.
Αμήν.
Γαλάτες 1: 1 Ο Παύλος, απόστολος όχι από ανθρώπους ούτε
διαμέσου ανθρώπου, αλλά διαμέσου τού Ιησού Χριστού, και του Θεού Πατέρα, που
τον ανέστησε από τους νεκρούς,
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου