ΕΑΝ ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ Ο ΠΑΤΗΡ, ΠΟΥ Η ΤΙΜΗ ΜΟΥ;
Αποκάλυψη 5: 12 λέγοντες
μετά φωνής μεγάλης· Άξιον είναι το Αρνίον το εσφαγμένον να λάβη την δύναμιν και
πλούτον και σοφίαν και ισχύν και τιμήν και δόξαν και ευλογίαν.
Το φυσιολογικό στον άνθρωπο είναι να τιμά τον πατέρα του και
ο εργαζόμενος το αφεντικό του.
Αυτό είναι κάτι που στις κοινωνίες των ανθρώπων,
διδάσκεται και εμφυσείται από τους γονείς που μεγαλώνουν τα παιδιά των με
φρόνηση. Για παράδειγμα λέμε στα μικρά παιδιά: «Κάνε ησυχία, διότι ο μπαμπάς
κοιμάται, είναι κουρασμένος από την δουλειά».
Έτσι το παιδί μαθαίνει να τιμά τον πατέρα μέχρι να μεγαλώσει
και αρχίσουν οι απαιτήσεις για το σχολείο, τα ιδιαίτερα φροντιστήρια και
καταλάβει το βάρος που φέρνει στις πλάτες του ο πατέρας. Λίγα χρόνια αργότερα,
επιζητά την στήριξη στις αποφάσεις του: Ανώτατες σπουδές στην επαρχία,
μεταπτυχιακά στο εξωτερικό, αναζήτηση πραγματικής εργασίας. Και μετά από λίγα
χρόνια, την στήριξη στο δικό του σπίτι που ξεκινά, καθώς αποφασίζει να
παντρευτεί. Δεν περνούν πολλά χρόνια ακόμη, ώστε
να δει τον πατέρα του γέροντα, να συνεχίζει να τον τιμά.
Ο εργαζόμενος όταν μετά από πολύ κόπο, πιάσει μια εργασία σε
έναν εργοδότη απολαμβάνει το σταθερό εισόδημα, τις εργοδοτικές εισφορές, την
απόκτηση γνώσης και εμπειρίας, την ασφάλεια από το σύστημα υγείας, την
μελλοντική σύνταξη και πολλά άλλα. Όλα αυτά φοβούμενος μην τα χάσει δημιουργεί
μέσα του ένα σεβασμό και τιμή προς το πρόσωπο του εργοδότη.
Ο Θεός χρησιμοποιεί τις πιο πάνω εικόνες από την ζωή, ώστε
να διαμαρτυρηθεί λέγοντας δια του προφήτου Μαλαχία: «Ο υιός τιμά τον πατέρα και
ο δούλος τον κύριον αυτού· αν λοιπόν εγώ ήμαι πατήρ, που είναι η τιμή μου; και
αν κύριος εγώ, που ο φόβος μου; λέγει ο Κύριος των δυνάμεων προς εσάς, ιερείς,
οίτινες καταφρονείτε το όνομά μου, και λέγετε, Εις τι κατεφρονήσαμεν το όνομά
σου;».
Ο λόγος του Θεού δια του προφήτου Μαλαχία είναι και ο
έσχατος λόγος της Παλαιάς Διαθήκης. Απευθυνόμενος προς τους ιερείς, ο Θεός
διαμαρτύρεται διότι με θράσος καταφρονούν το όνομα του Κυρίου και δεν αποδίδουν
ούτε την τιμή ούτε και τον φόβο εις αυτόν. Ξέχασαν οι άνθρωποι ότι εξαρτώνται από τον Θεό
για τα πάντα. Για την ζωή, για την αναπνοή, για το νερό, για τον αέρα.
Ζούμε σε έσχατες και πονηρές ημέρες. Ο χριστιανισμός που
ίδρυσε ο Ιησούς Χριστός και οι μάρτυρες Του δεν είναι πλέον όπως πρώτα.
Προφητικά, ο απόστολος Παύλος γράφει στον Τιμόθεο: «Γίνωσκε δε τούτο, ότι εν
ταις εσχάταις ημέραις θέλουσιν ελθεί καιροί κακοί». Καιροί όμοιοι με αυτούς του
σύγχρονου κόσμου του Νώε, αλλά και του κόσμου του Λώτ.
Αυτό πώς επηρεάζει τον χριστιανισμό;
Μέσα από τον συμβιβασμό με τον κόσμο αλλοιώνεται η
διδασκαλία του Ιησού και των αποστόλων και μετατρέπεται η εκκλησία σε χώρο
αναψυχής και δοσοληψίας. Ενώ η εκκλησία είναι ο τόπος προσευχής, ακροάσεως του
λόγου του Θεού, μετανοίας και λατρείας, όπου με φόβο και τρόμο αυξάνει, σήμερα
οι εκκλησίες ερημώνουν καθώς οι χριστιανοί αλληλοφθονούνται και
αλληλοκατηγορούνται. Και ο Κύριος
διαμαρτύρεται: «Διά τι δε με κράζετε, Κύριε, Κύριε, και δεν πράττετε όσα λέγω;».
Το πιο τρομερό είναι ότι οι χριστιανοί δεν φαντάζονται τι
τους περιμένει στο τέλος! Διαβάζουμε στο ευαγγέλιο του Λουκά: «Αφού σηκωθή ο
οικοδεσπότης και αποκλείση την θύραν, και αρχίσητε να στέκησθε έξω και να
κρούητε την θύραν, λέγοντες· Κύριε, Κύριε, άνοιξον εις ημάς· και εκείνος
αποκριθείς σας είπη, δεν σας εξεύρω πόθεν είσθε· τότε θέλετε αρχίσει να λέγητε·
Εφάγομεν έμπροσθέν σου και επίομεν, και εν ταις πλατείαις ημών εδίδαξας. Και
θέλει ειπεί· Σας λέγω, δεν σας εξεύρω πόθεν είσθε· φύγετε απ' εμού πάντες οι
εργάται της αδικίας».
Όλο αυτό είναι
αποτέλεσμα κατάφορης αδικίας από πλευράς των χριστιανών. Ο Απόστολος Παύλος
γράφει: «Απόδοτε λοιπόν εις πάντας τα οφειλόμενα, εις όντινα οφείλετε τον φόρον
τον φόρον, εις όντινα τον δασμόν τον δασμόν, εις όντινα τον φόβον τον φόβον,
εις όντινα την τιμήν την τιμήν».
Ο Κύριος Ιησούς στην επι του όρους ομιλία του, είπε: «Επειδή
σας λέγω ότι εάν μη περισσεύση η δικαιοσύνη σας πλειότερον της των γραμματέων
και Φαρισαίων, δεν θέλετε εισέλθει εις την βασιλείαν των ουρανών».
Με ποιο
τρόπο περισσεύει η δικαιοσύνη μας; Όταν πιστεύσουμε στον Ιησού και δώσουμε
ουσιαστικά την δόξα στο όνομα του. Γράφει ο Παύλος: «διότι ημείς διά του Πνεύματος
προσδοκώμεν εκ πίστεως την ελπίδα της δικαιώσεως. Διότι εν Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή
έχει ισχύν τινά, ούτε ακροβυστία, αλλά πίστις δι' αγάπης ενεργουμένη». Αμήν.
Ιωάννης 8: 29 Και
ο πέμψας με είναι μετ' εμού· δεν με αφήκεν ο Πατήρ μόνον, διότι εγώ κάμνω
πάντοτε τα αρεστά εις αυτόν.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου