Ο ΦΙΛΟΣ!




Ματθαίος 1: 3 και ο Ιούδας γέννησε τον Φαρές και τον Ζαρά από τη Θάμαρ· και ο Φαρές γέννησε τον Εσρώμ· και ο Εσρώμ γέννησε τον Αράμ·




Οι φίλοι από τον κόσμο!

Τι μπορεί να συμβεί στον άνθρωπο του Θεού!

Πολλά κακά!



Μελετώντας τις Γραφές από την Γένεση, βρισκόμαστε στην εποχή, που ζούσε ο Ιακώβ με τους δώδεκα γιους του, στην γη Χαναάν.

Η γη Χαναάν ήταν γεμάτη ακόμη από φυλές και λαούς, που δεν γνώριζαν τον Θεό. Ήσαν ειδωλολάτρες και αποτελούσαν τον "κόσμο" της εποχής εκείνης.

Ο Ιούδας ήταν ο τέταρτος γιος του Ιακώβ και της Λείας, που το όνομα του σήμαινε «Δοξολογία»!

Ήταν ένα τέκνο του ευλογημένου άνθρωποι του Θεού, του Ιακώβ.


Τι συνέβη όμως, πώς παγιδεύτηκε ο Ιούδας;

Διαβάζουμε:
«Και κατά τον καιρό εκείνο κατέβηκε ο Ιούδας από τους αδελφούς του, και στράφηκε σε κάποιον άνθρωπο Οδολλαμίτη που ονομαζόταν Ειρά».


Άφησε δηλαδή ο Ιούδας τα αδέλφια του και πήγε σε ένα λαό των Οδολλαμιτών και έκαμε φιλία με κάποιον Ειρά!


Και εδώ αρχίζει η ταλαιπωρία του Ιούδα!


Εκεί ο Ιούδας γνώρισε μια άγνωστη νέα (το όνομα της δεν αναφέρεται),  θυγατέρα κάποιου Χαναναίου, με το όνομα Σουά.

Χωρίς καθυστέρηση (!) ο Ιούδας γνώρισε την νέα, εγκαταστάθηκε στην Χασβί, πόλη της Χαναάν και απέκτησαν τρία παιδιά, τον Ηρ, τον Αυνάν και τον Σηλά.


Η συνέχεια ήταν τρομερή, για τον Ιούδα (!) τέκνο του ευλογημένου Ιακώβ!

Διαβάζουμε:
Και ο Ιούδας πήρε μια γυναίκα στον Ηρ, τον πρωτότοκό του, που ονομαζόταν Θάμαρ. Και ο Ηρ, ο πρωτότοκος του Ιούδα, στάθηκε κακός μπροστά στον Κύριο· και ο Κύριος τον θανάτωσε.

Και ο Ιούδας είπε στον Αυνάν: Μπες μέσα στη γυναίκα τού αδελφού σου, και να τη νυμφευθείς, και να αναστήσεις σπέρμα στον αδελφό σου. Αλλ' ο Αυνάν ήξερε ότι το σπέρμα δεν θα ήταν δικό του· γι' αυτό, όταν έμπαινε μέσα στη γυναίκα τού αδελφού του, ξέχυνε στη γη, για να μη δώσει σπέρμα στον αδελφό του.

«Κι αυτό που έκανε φάνηκε κακό μπροστά στον Κύριο· γι' αυτό, θανάτωσε κι αυτόν».


Γιατί ο Θεός θανάτωσε τους δύο γιους του Ιούδα;

Η απάντηση βρίσκεται στο ότι η μητέρα των από τον λαό των Οδολλαμιτών, δεν γνώριζε τον ζωντανό Θεό, τον Θεό του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ.

Η μητέρα αυτή δεν μπόρεσε να διδάξει τον λόγο του Θεού και τις εντολές Του.

Με τον τρόπο αυτό, τα παιδιά μεγάλωσαν χωρίς νουθεσία και παιδεία Θεού.

Και στη συνέχεια:  
«Και ο Ιούδας είπε στη Θάμαρ τη νύφη του: Κάθησε χήρα στο σπίτι τού πατέρα σου, μέχρις ότου ο Σηλά ο γιος μου γίνει μεγάλος· επειδή, έλεγε: Μήπως πεθάνει κι αυτός, όπως οι αδελφοί του.

«Πήγε, λοιπόν, η Θάμαρ, και κατοίκησε στο σπίτι τού πατέρα της. Και ύστερα από πολλές ημέρες, πέθανε η θυγατέρα τού Σουά, η γυναίκα τού Ιούδα· και αφού ο Ιούδας παρηγορήθηκε, ανέβηκε στους κουρευτές των προβάτων του στη Θαμνά, αυτός και ο φίλος του ο Ειρά ο Οδολλαμίτης».


Προσοχή: ο φίλος του Ιούδα, ήταν ο Ειρά, ο Οδολλαμίτης, ο εθνικός!


Στην συνέχεια, διαβάζουμε:

«Κι ανήγγειλαν στη Θάμαρ, λέγοντας: Δες, ο πεθερός σου ανεβαίνει στη Θαμνά για να κουρέψει τα πρόβατά του. Κι εκείνη έβγαλε τα ενδύματα της χηρείας της, σκεπάστηκε με κάλυμμα, και περιτυλίχθηκε, και κάθησε κοντά στη δίοδο, που είναι στο δρόμο τής Θαμνά· επειδή, είδε ότι ο Σηλά είχε γίνει μεγάλος, κι αυτή δεν δόθηκε σ' αυτόν για γυναίκα.

«Και όταν ο Ιούδας την είδε, τη νόμισε για πόρνη· επειδή, είχε σκεπασμένο το πρόσωπό της. Και στον δρόμο στράφηκε σ' αυτή και είπε: Άφησέ με, παρακαλώ, να μπω μέσα σε σένα· επειδή, δεν γνώρισε ότι ήταν η νύφη του».

«Κι εκείνη είπε: Τι θα μου δώσεις για να μπεις μέσα σε μένα; Κι εκείνος είπε: Εγώ θα σου στείλω ένα κατσικάκι από τις κατσίκες του κοπαδιού. Κι εκείνη είπε: Μου δίνεις ένα ενέχυρο, μέχρις ότου να το στείλεις; Κι εκείνος είπε: Τι ενέχυρο να σου δώσω; Κι εκείνη είπε: Τη σφραγίδα σου, και το περιδέραιό σου, και τη ράβδο σου, που έχεις στο χέρι σου. Και της τα έδωσε, και μπήκε μέσα σ' αυτήν, και συνέλαβε απ' αυτόν».


Πράγματι, ήταν μια περιπέτεια ανομίας για τον Ιούδα.

Και στην συνέχεια, διαβάζουμε:

«Ύστερα απ' αυτά, αναχώρησε, και αφού έβγαλε το κάλυμμά της, ντύθηκε τα ενδύματα της χηρείας της. 

Και ο Ιούδας έστειλε το κατσικάκι από τις κατσίκες διαμέσου τού φίλου του, του Οδολλαμίτη, για να παραλάβει το ενέχυρο από το χέρι τής γυναίκας· αλλά, δεν τη βρήκε· και ρώτησε τους ανθρώπους τού τόπου της, λέγοντας: Πού είναι η πόρνη, που καθόταν κοντά στη δίοδο του δρόμου; Κι εκείνοι είπαν: Δεν στάθηκε εδώ πόρνη. Και επέστρεψε στον Ιούδα, και είπε: Δεν τη βρήκα· μάλιστα, οι άνθρωποι του τόπου είπαν: Δεν στάθηκε εδώ πόρνη».

«Και ο Ιούδας είπε: Ας τα έχει, για να μη ντροπιαστούμε· δες, εγώ έστειλα τούτο το κατσικάκι, εσύ όμως δεν τη βρήκες».

«Και ύστερα από τρεις μήνες περίπου, ανήγγειλαν στον Ιούδα, λέγοντας: Η Θάμαρ η νύφη σου πόρνευσε, και μάλιστα, δες, είναι έγκυος από πορνεία. Και ο Ιούδας είπε: Φέρτε την έξω, και ας κατακαεί».


Αυτή ήταν η κατάληξη της περιπέτειας του Ιούδα, να εκτεθεί για την νύφη του και να ζητήσει την θανατική καταδίκη της!

Και διαβάζουμε:
«Και όταν την έφερναν έξω, απέστειλε στον πεθερό της, λέγοντας: Από τον άνθρωπο, στον οποίο ανήκουν αυτά, είμαι έγκυος· και είπε ακόμα: Γνώρισε, παρακαλώ, τίνος είναι η σφραγίδα, και το περιδέραιο, κι αυτή η ράβδος».

«Και ο Ιούδας τα γνώρισε· και είπε: Αυτή είναι δικαιότερη από μένα, επειδή δεν την έδωσα στον Σηλά τον γιο μου».

«Και δεν τη γνώρισε ποτέ πλέον».



ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ ΜΕ ΤΟΝ ΙΟΥΔΑ, ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ;

Ο Ιούδας μετανόησε βαθιά και ειλικρινά, για όλη αυτή την παράβαση και περιπέτεια του.

Διαβάζουμε τις ευχές που έδωσε ο Ιακώβ στο τέλος της ζωής του και μίλησε προφητικά για κάθε γιό του. Στον Ιούδα έδωσε πλέον τα πρωτοτόκια και την ευλογία του.

Για τον Ιούδα, είπε:
«Ιούδα, εσένα θα σε επαινέσουν οι αδελφοί σου· το χέρι σου θα είναι στον τράχηλο των εχθρών σου· οι γιοι τού πατέρα σου θα σε προσκυνήσουν· Σκύμνος λιονταριού είναι ο Ιούδας· από κυνήγι ανέβηκες, γιε μου· καθώς έγειρε, κοιμήθηκε σαν λιοντάρι, και σαν σκύμνος λιονταριού· ποιος θα τον ξυπνήσει;


Ο Ιακώβ μίλησε ακόμη, προφητικά για τον Ιησού Χριστό (ο Σηλώ), που θα ερχόταν από την ρίζα και την φυλή του Ιούδα. Είπε:

«Δεν θα εκλείψει το σκήπτρο από τον Ιούδα ούτε νομοθέτης από μέσα από τα πόδια του, μέχρις ότου έρθει ο Σηλώ· και σ' αυτόν θα είναι η υπακοή των λαών».

«Στην άμπελο δένει το πουλάρι του, και στον εκλεκτό βλαστό, το πουλαράκι τού γαϊδουριού του· σε κρασί θα πλύνει το ένδυμά του, και στο αίμα τού σταφυλιού τη στολή του· τα μάτια του θα είναι κόκκινα από το κρασί, και τα δόντια του άσπρα από το γάλα.



Η ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Από την αναφορά του Ματθαίου στο Ευαγγέλιο, μαθαίνουμε ότι ο Θεός δέχτηκε την μετάνοια του Ιούδα και ευλόγησε τα τέκνα της Θάμαρ, που ήταν Χαναναία, από την πόλη Θαμνά, αλλά πιστή και δίκαιη ενώπιον του Θεού.

Διαβάζουμε στο πρώτο κεφάλαιο:

«και ο Ιούδας γέννησε τον Φαρές και τον Ζαρά από τη Θάμαρ· και ο Φαρές γέννησε τον Εσρώμ· και ο Εσρώμ γέννησε τον Αράμ»·

«και ο Αράμ γέννησε τον Αμιναδάβ· και ο Αμιναδάβ γέννησε τον Ναασσών· και ο Ναασσών γέννησε τον Σαλμών· και ο Σαλμών γέννησε τον Βοόζ από τη Ραχάβ· και ο Βοόζ γέννησε τον Ωβήδ από τη Ρουθ»·


«και ο Ωβήδ γέννησε τον Ιεσσαί· και ο Ιεσσαί γέννησε τον Δαβίδ, τον βασιλιά. Και ο βασιλιάς Δαβίδ γέννησε τον Σολομώντα από τη γυναίκα τού Ουρία»·



Γένεση 38: 24 Και ύστερα από τρεις μήνες περίπου, ανήγγειλαν στον Ιούδα, λέγοντας: Η Θάμαρ η νύφη σου πόρνευσε, και μάλιστα, δες, είναι έγκυος από πορνεία.




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις