ΟΙ ΑΝΤΟΧΕΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ!
Γένεση 31: 40 την ημέρα καιγόμουν από τον καύσωνα και
τη νύχτα από τον παγετό· και ο ύπνος έφευγε από τα μάτια μου· Βρίσκομαι
20 χρόνια κιόλας στο σπίτι σου· 14 χρόνια σού δούλεψα για τις δύο θυγατέρες
σου, και έξι χρόνια για τα πρόβατά σου· και άλλαξες τον μισθό μου δέκα φορές·
Πόσο αντέχεις την αδικία εις
βάρος σου;
Πόσο αγαπάς τον πλησίον σου;
Πόσο φοβάσαι τον Θεόν;
Ο άνθρωπος του Θεού, διακρίνεται για την αλήθεια και την
δικαιοσύνη, καθώς και για τον φόβο του ζωντανού Θεού.
Έχουμε πολλά παραδείγματα ανθρώπων μέσα στις Γραφές που
έπαθαν πολλά και άντεξαν σε όλες τις κακουχίες.
Ο άνθρωπος του Θεού εισέρχεται στην αιώνια ζωή, στην
βασιλεία των ουρανών δια πολλών θλίψεων (στενοχωριών) , ακόμη δε, εισέρχεται
δια της στενής πύλης και της περιορισμένης οδού (η τεθλιμμένη οδός) της ζωής
αυτού, του μάταιου κόσμου.
Ομοιάζει με τους νέους, που επιλέγουν τις ειδικές δυνάμεις
του στρατού. Μια θητεία γεμάτη από εκπαίδευση, ασκήσεις και κινδύνους. Τελικά,
ο νέος ολοκληρώνει την θητεία του έχοντας αποκομίσει πιθανόν ασθένειες ή
αναπηρίες για όλη του τη ζωή.
Κάπως έτσι ο Κύριος Ιησούς, με ένα καθαρό και ίσιο τρόπο
κάλεσε τους μαθητές να αποφασίσουν μόνοι των για το κόστος και το όφελος στο να
ακολουθήσουν τον Ιησού.
Τους είπε:
«Και έλεγε σε όλους: Αν κάποιος
θέλει νάρθει πίσω μου, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, και ας σηκώσει τον
σταυρό του, καθημερινά, και ας με ακολουθεί.
Επειδή, όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει· και όποιος χάσει τη
ζωή του εξαιτίας μου, αυτός θα τη σώσει.
Επειδή, τι ωφελείται ο άνθρωπος αν
κερδήσει ολόκληρο τον κόσμο, χάσει όμως τον εαυτό του ή ζημιωθεί;
Επειδή,
όποιος ντραπεί για μένα και τα λόγια μου, γι' αυτόν ο Υιός τού ανθρώπου θα
ντραπεί, όταν έρθει μέσα στη δόξα του και του Πατέρα του και των αγίων αγγέλων».
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒ
Ο Ιακώβ, γιός του Ισαάκ, ήταν ένα παράδειγμα ανθρώπου που
έπαθε πολλά, χάριν της πίστης του εις τον Θεό, τον οποίο γνώρισε προσωπικά (!)
όταν εξερχόμενος εκ της πατρίδας του, Χαναάν για να πάει στα μέρη της Χαρράν
για να βρει εκεί γυναίκα, σύμφωνα με την επιθυμία της μητέρας του.
Λίγο πριν φτάσει στην Χαρράν, ο Ιακώβ διανυκτέρευσε σε ένα
τόπο πρόχειρα και έλαβε από τις πέτρες και έκαμε προσκέφαλο και αποκοιμήθηκε.
Διαβάζουμε:
«Και είδε ένα
όνειρο, και να, μια σκάλα στηριγμένη στη γη, που η κορυφή της έφτανε στον
ουρανό· και να, οι άγγελοι του Θεού ανέβαιναν και κατέβαιναν επάνω σ' αυτή.
Και
να, ο Κύριος στεκόταν επάνω απ' αυτή,
και είπε: Εγώ είμαι ο Κύριος, ο Θεός τού Αβραάμ τού πατέρα σου, και ο Θεός
τού Ισαάκ· τη γη, επάνω στην οποία κοιμάσαι, σε σένα θα τη δώσω, και στο σπέρμα
σου· Και το σπέρμα σου θα είναι όπως η άμμος τής γης, και θα απλωθείς προς τη
δύση, και προς την ανατολή, και προς τον βορρά και προς τον νότο· και θα
ευλογηθούν μέσα από σένα, και από το σπέρμα σου, όλες οι φυλές τής γης· και δες, εγώ είμαι μαζί σου, και θα σε
διαφυλάττω παντού, όπου κι αν πας, και θα σε επαναφέρω σε τούτη τη γη·
επειδή, δεν θα σε εγκαταλείψω, μέχρις ότου κάνω όσα μίλησα σε σένα».
Ο Ιακώβ με αυτή την εμπειρία από τον Θεό συνέχισε τον δρόμο
του προς την Χαρράν. Ο Θεός ήταν μαζί του και του χάρισε δύο γυναίκες, δύο
παλλακίδες, 13 τέκνα και πολλά υπάρχοντα.
Όταν μετά από 20 χρόνια ο Θεός μίλησε και πάλι στον Ιακώβ
είχε έρθει η ώρα να αναχωρήσει προς την γη του, την γη Χαναάν και να επιστρέψει
εκεί που ο Θεός είχε σχέδιο ευλογίας και συνέχειας για αυτόν.
Δεν ήταν εύκολη η αναχώρηση από τον πεθερό του τον Λαβαν.
Έναν άνθρωπο που τον εκμεταλλεύτηκε επί 20 χρόνια. Και όταν ο Ιακώβ αναχώρησε
μυστικά, με τις γυναίκες του τον κατεδίωξε ο Λαβαν, επί επτά ημέρες, με άγρια
διάθεση μέχρι που τον συνάντησε.
Διαβάζουμε:
« Και ο Ιακώβ οργίστηκε, και επέπληξε τον Λάβαν· και αποκρινόμενος ο
Ιακώβ είπε στον Λάβαν: Τι είναι το
ανόμημά μου; Τι το αμάρτημά μου, ότι καταδίωξες καταπίσω μου;
Αφού
ερεύνησες όλα τα σκεύη μου, τι βρήκες από όλα τα σκεύη του σπιτιού σου; Βάλ' το
εδώ μπροστά στους αδελφούς μου και τους αδελφούς σου, για να κρίνουν ανάμεσα
στους δυο μας· είναι 20 χρόνια τώρα,
από τότε που είμαι μαζί σου· τα πρόβατά σου και οι κατσίκες σου δεν
ατεκνώθηκαν, και τα κριάρια του κοπαδιού σου δεν έφαγα· σπαραγμένο από θηρία
δεν σου έφερα· εγώ το πλήρωνα· από το χέρι
μου ζητούσες ό,τι μου έκλεβαν την ημέρα ή ό,τι μου έκλεβαν τη νύχτα· την
ημέρα καιγόμουν από τον καύσωνα και τη νύχτα από τον παγετό· και ο ύπνος έφευγε
από τα μάτια μου· Βρίσκομαι 20 χρόνια κιόλας στο σπίτι σου· 14 χρόνια σού
δούλεψα για τις δύο θυγατέρες σου, και έξι χρόνια για τα πρόβατά σου· και
άλλαξες τον μισθό μου δέκα φορές·
αν ο Θεός τού πατέρα μου, ο Θεός
τού Αβραάμ, και ο φόβος του Ισαάκ, δεν ήταν μαζί μου, βέβαια άδειον θα με εξαπέστελνες τώρα· ο
Θεός είδε την ταλαιπωρία μου, και τον κόπο των χεριών μου, και σε έλεγξε χθες τη νύχτα».
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΙΩΣΗΦ
Ο Ιωσήφ γιος του Ιακώβ, ήταν ένα ακόμη παράδειγμα ανθρώπου
του Θεού. Από μικρός ξεχώρισε αφού ο Θεός του έδειξε ενύπνια μεγάλης σημασίας, τα
οποία δεν μπόρεσε κανείς από την οικογένεια να ερμηνεύσει.
Αντίθετα, τα πνευματικά αυτά ενύπνια έγιναν αιτία (!) ώστε
τα αδέλφια του, να τον μισήσουν.
Διαβάζουμε:
Και ο Ιωσήφ πήγε ακολουθώντας την πορεία των αδελφών του, και τους
βρήκε στη Δωθάν. Κι εκείνοι μόλις τον είδαν από μακριά, πριν τους πλησιάσει, έκαναν συμβούλιο εναντίον του να τον
φονεύσουν. Και ο ένας είπε στον άλλον: Να, έρχεται εκείνος ο κύριος των
ονείρων· ελάτε, λοιπόν, τώρα, και ας τον
φονεύσουμε, και ας τον ρίξουμε σε έναν από τους λάκκους· και θα πούμε: Ένα
κακό θηρίο τον κατέφαγε· και θα δούμε, τι θα γίνουν τα όνειρά του.
Και όταν ο Ρουβήν το άκουσε, τον
ελευθέρωσε από τα χέρια τους, λέγοντας: Ας μη του βλάψουμε τη ζωή.
Και ο Ιούδας είπε στους αδελφούς του: Ποια η ωφέλεια αν φονεύσουμε τον
αδελφό μας, και κρύψουμε το αίμα του; Ελάτε
και ας τον πουλήσουμε στους Ισμαηλίτες· και ας μη βάλουμε τα χέρια μας
επάνω του· επειδή, αδελφός μας και σάρκα μας είναι. Και οι αδελφοί του
υπάκουσαν. Κι ενώ διάβαιναν οι Μαδιανίτες έμποροι, ανέσυραν κι ανέβασαν τον
Ιωσήφ από τον λάκκο, και πούλησαν τον Ιωσήφ για 20 αργύρια στους Ισμαηλίτες· κι
εκείνοι έφεραν τον Ιωσήφ στην Αίγυπτο.
Πώς άντεξε ο Ιωσήφ;
Μας το απαντά η Γραφή:
«Και ο Κύριος ήταν μαζί με τον
Ιωσήφ, και ήταν άνθρωπος που ευοδωνόταν· και βρισκόταν στο σπίτι τού κυρίου
του, του Αιγυπτίου. Και ο κύριός του είδε, ότι ο Κύριος ήταν μαζί του, και ο
Κύριος ευόδωνε στα χέρια του όλα όσα έκανε. Και ο Ιωσήφ βρήκε χάρη μπροστά του,
και τον υπηρετούσε· και τον έβαλε επιστάτη στο σπίτι του· και όλα όσα είχε, τα
παρέδωσε στα χέρια του. Και από εκείνο τον καιρό, αφού τον έβαλε επιστάτη στο
σπίτι του, και σε όλα όσα είχε, ο Κύριος
ευλόγησε το σπίτι τού Αιγυπτίου εξαιτίας του Ιωσήφ· και η ευλογία τού
Κυρίου ήταν σε όλα όσα είχε, στο σπίτι και στα χωράφια».
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ
Ο Δαβίδ, όγδοος γιός του Ιεσσαί από την Βηθλεέμ, ήταν ένα
ιδιαίτερο παιδί, βοσκός προβάτων, που ξεχώρισε ο Θεός και έχρισε σαν τον
επόμενο βασιλιά του Ισραήλ.
Ο Δαβίδ, καθώς διαβάζουμε, ελευθέρωσε τον λαό του, πολλές
φορές από την ορμή των Φιλισταίων αρχόντων και παντρεύτηκε την κόρη του Βασιλιά
Σαούλ, την Μιχάλ, αφού θανάτωσε 200 Φιλισταίους!
Όμως, ο Σαούλ τον μίσησε, τον κυνήγησε και η απόφαση του
ήταν να τον θανατώσει!
Σε κάποιο σημείο, κυνηγημένος ο Δαβίδ, από τα στρατεύματα
του Σαούλ, διαβάζουμε:
«Και ο Δαβίδ είπε στον Σαούλ: Γιατί ακούς τα λόγια ανθρώπων που λένε:
Δες, ο Δαβίδ ζητάει το κακό σου; Δες, αυτή την ημέρα είδαν τα μάτια σου με
ποιον τρόπο ο Κύριος σε παρέδωσε σήμερα
στο χέρι μου, στο σπήλαιο· και μερικοί είπαν να σε θανατώσω· όμως, το μάτι
μου σε λυπήθηκε· και είπα: Δεν θα βάλω το χέρι μου ενάντια στον Κύριό μου·
επειδή, είναι χρισμένος τού Κυρίου.
Δες,
ακόμα, πατέρα μου, δες μάλιστα το κράσπεδο από το επανωφόρι σου στο χέρι
μου· επειδή, από το γεγονός ότι έκοψα το κράσπεδο από το επανωφόρι σου και δεν
σε θανάτωσα, γνώρισε και δες ότι δεν υπάρχει κακία ούτε παράβαση στο χέρι μου,
και δεν αμάρτησα εναντίον σου·
εσύ, όμως, κυνηγάς τη ζωή μου για να την αφαιρέσεις. Ας κρίνει ο Κύριος ανάμεσα σε μένα και σε
σένα, και ας με εκδικήσει ο Κύριος από σένα· το χέρι μου, όμως, δεν θα
είναι επάνω σου· καθώς η παροιμία των αρχαίων λέει: Από ανόμους βγαίνει ανομία·
γι' αυτό, το χέρι μου δεν θα είναι επάνω σου. Πίσω από ποιον βγήκε ο βασιλιάς
τού Ισραήλ;
Πίσω από ποιον τρέχεις εσύ; Πίσω από έναν νεκρωμένο σκύλο, πίσω από
έναν ψύλλο. Ο Κύριος, λοιπόν, ας είναι
δικαστής, και ας κρίνει ανάμεσα σε μένα και σε σένα· κι ας δει, κι ας
δικάσει τη δίκη μου, και ας με ελευθερώσει από το χέρι σου».
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΔΑΝΙΗΛ
Ο Δανιήλ μπήκε στην Βαβυλώνα νέος και αιχμάλωτος, από την
αρχή της κυριαρχίας των Χαλδαίων επάνω στο Ισραήλ, δηλαδή το 605 προ Χριστού.
Εκεί ο Δανιήλ, με ένα θαυμαστό τρόπο, διακρίθηκε αυτός και
άλλοι τρεις νέοι από τον Ιούδα ενώπιον του Βασιλιά Ναβουχοδονόσορ, με
αποτέλεσμα να τεθούν στο άμεσο περιβάλλον διοίκησης της μεγάλης αυτοκρατορίας των
Χαλδαίων αλλά και κατόπιν των Μήδων και των Περσών.
Σε μεγάλη ηλικία πια, ο Δανιήλ επί βασιλείας του πρώτου
Μήδου βασιλιά, περί το 539 προ Χριστού, είχε μια μεγάλη θλίψη (!) και ταλαιπωρία,
που ήρθε από το σύνολο των προέδρων και σατραπών που ο Βασιλιάς είχε ορίσει για
την διοίκηση της μεγάλης αυτοκρατορίας των Μήδων.
Διαβάζουμε:
Τότε, αυτός ο Δανιήλ προτιμήθηκε,
περισότερο από τους προέδρους και τους σατράπες, επειδή πνεύμα έξοχο υπήρχε σ'
αυτόν· και ο βασιλιάς στοχάστηκε να τον τοποθετήσει επάνω σε ολόκληρο το
βασίλειο.
Και οι πρόεδροι και οι σατράπες ζητούσαν
να βρουν πρόφαση ενάντια στον Δανιήλ από τις υποθέσεις τής βασιλείας· όμως,
δεν μπορούσαν να βρουν καμιά πρόφαση ούτε αμάρτημα· επειδή, ήταν πιστός, και
δεν βρέθηκε σ' αυτόν κανένα σφάλμα ούτε αμάρτημα.
Και οι άνθρωποι αυτοί είπαν: Δεν
θα βρούμε πρόφαση ενάντια στον Δανιήλ, εκτός αν βρούμε κάτι εναντίον του
από τον νόμο τού Θεού του. Τότε, οι πρόεδροι και οι σατράπες αυτοί
συγκεντρώθηκαν στον βασιλιά, και του είπαν τα εξής: Βασιλιά Δαρείε, να ζεις
στον αιώνα.
Όλοι οι πρόεδροι του βασιλείου, οι διοικητές, και οι σατράπες, οι
αυλικοί, και οι τοπάρχες, συμβουλεύτηκαν
να εκδοθεί βασιλικό ψήψισμα, και να στηριχθεί απαγόρευση, ότι, όποιος κάνει
κάποια αίτηση από οποιονδήποτε θεό ή άνθρωπο, μέχρι 30 ημέρες, εκτός από σένα,
βασιλιά, αυτός να ριχτεί στον λάκκο των λιονταριών· τώρα, λοιπόν, βασιλιά, κάνε την απαγόρευση, και υπόγραψε το ψήφισμα,
για να μη αλλαχτεί, σύμφωνα με τον νόμο των Μήδων και Περσών, που δεν
ακυρώνεται.
Όμως ο Θεός ελευθέρωσε τον Δανιήλ από τον λάκκο των λεόντων και
δοξάστηκε (!) αφού ο Βασιλιάς των Μήδων ομολόγησε, με ένα βασιλικό διάταγμα:
Διαβάζουμε:
«Τότε, ο Δαρείος ο βασιλιάς έγραψε
σε όλους τούς λαούς, έθνη, και γλώσσες, που κατοικούν σε ολόκληρη τη γη: Ειρήνη
ας πληθυνθεί σε σας!
«Από μένα βγήκε διαταγή, σε όλο το κράτος τής βασιλείας μου οι άνθρωποι
να τρέμουν και να φοβούνται μπροστά στον
Θεό τού Δανιήλ· επειδή, αυτός είναι Θεός ζωντανός, και παραμένει στον αιώνα,
και η βασιλεία του δεν θα φθαρεί, και η εξουσία του θα είναι μέχρι τέλους· αυτός είναι ο ελευθερωτής και σωτήρας, και
ο οποίος κάνει σημεία και τεράστια στον ουρανό κι επάνω στη γη, ο οποίος ελευθέρωσε
τον Δανιήλ από τη δύναμη των λιονταριών».
Γένεση 37: 19 Και
ο ένας είπε στον άλλον: Να, έρχεται εκείνος ο κύριος των ονείρων· ελάτε,
λοιπόν, τώρα, και ας τον φονεύσουμε, και ας τον ρίξουμε σε έναν από τους
λάκκους· και θα πούμε: Ένα κακό θηρίο τον κατέφαγε· και θα δούμε, τι θα γίνουν
τα όνειρά του.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου